Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Έρχεται η μάνα μου

Έρχεται λέει στον ύπνο μου συχνά και λυπημένη σαν αγνώριστη, σχεδόν δεν τη γνωρίζω αν δεν ακούσω πρώτα τη φωνή της΄στα νύχια της βαδίζοντας και αργά μη με τρομάξει ως το κρεβάτι μου. Και σκύβοντας που αισθάνομαι τα χείλη της σαν χνούδι τόσο τρυφερά πάνω στο αυτί κι η ανάσα της με αγγίζει μόλις κι έτσι σκύβοντας μου ψιθυρίζει ότι "δεν είναι τ' όνομά σου αυτό, αλλιώς σε βάφτισα, και ακόμα σου έχω φυλαγμένα τα μαλλιά μία τούφα τέφρα πίσω απ' το εικόνισμα", μου λέει και το προφέρει τόσο σιγανά που δεν το ακούω, αλλά τι όνομα απαλό, σκέφτομαι μες στον ύπνο μου, τι όνομα ωραίο και απαλό, μα πάντα το πρωί το έχω ξεχάσει.

Κώστας Γ. Παπαγεωργίου
[περιοδικό 'Η Λέξη', τεύχος 183, Γενάρης-Μάρτης 2005]

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Ιστορίες


Ι. Πολλοί άντρες στην πλατεία, πολύς ήλιος, κάλτσες που φτάνουν ως τους βουβώνες, μάλλινες. Πολύς ιδρώτας, πολλά κόκαλα, κι ένας κρατούσε ένα κουτί λουκουμιών κι έλεγαν πως μέσα είχαν βάλει το πνεύμα του Μιχαήλ Αγγέλου καταϊδρωμένο, ολόγυμνο. Το καπάκι του κουτιού ήταν τρυπημένο για ν’ ανασαίνει. Ώσπου να βασιλέψει ο ήλιος, ξεψύχησε.

ΙΙ. Ο Μιχαήλ Άγγελος έκλεισε στην μπομπονιέρα μέσα το αγαπητό του πνεύμα, γυμνό, ιδρωμένο, ηλικίας 18 ετών, ετρύπησε την μπομπονιέρα για να αναπνέει κατά τη διάρκεια του μεγάλου απογεύματος της Αναγεννήσεως, μακριά από τη θάλασσα. Ο ήλιος λατρεύει αληθινά τα σίδερα και τα φιλεί κάθε βράδυ που πάει να κοιμηθεί.

ΙΙΙ. Εκεί που στρίβει το τραμ κοντά στη θάλασσα, σ’ ένα υπόγειο παρουσιάστηκε ο δωδεκαετής Χριστός υπό μορφήν κοριτσιού από την Κρήτη ή το Τσιρίγο. Το στόμα του μύριζε ανθότυρο.


Μάτση Χατζηλαζάρου

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

Τo πούσι - Νίκος Καββαδίας



Έπεσε το πούσι αποβραδίς

το καραβοφάναρο χαμένο

κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω

μες στην τιμονιέρα να με δεις



Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί

πλέκω σαλαμάστρα τα μαλλιά σου

Κάτου στα νερά του Port Pegassu

βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή



Μας παραμονεύει ο θερμαστής

με τα δυό του πόδια στις καδένες.

μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες

με την τρικυμία, θα ζαλιστείς.



Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό

είν' αλάργα τόσο η Τοκοπίλλα

Από να φοβάμαι και να καρτερώ

κάλλιο περισκόπιο και τορπίλλα.



Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη

Ήρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες

έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί

χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες